γιατί όχι καλλιτέχνης;

Η Αστική Τέχνη ως εγγυήτρια μιας τεμαχισμένης ζωής

Η ταυτότητα του Καλλιτέχνη ενσωματώνει εγγενώς μια διαδικασία διαχωρισμού που προηγείται της απόδοσής της στο εκάστοτε υποκείμενο. Αυτός ο διαχωρισμός αποτελεί προϊόν της εξαίρεσης της Δημιουργίας από το σύνολο των αναγκών της ζωής και της υπαγωγής της σε μια σφαίρα ειδίκευσης, απομακρυσμένης από την υπόλοιπη προσωπική και κοινωνική δραστηριότητα.

Στον αστικό πολιτισμό, η απόδοση της καλλιτεχνικής ιδιότητας αποκτά διττή σημασία: αυτή του ορισμού και αυτή του αποκλεισμού. Έτσι, η ταυτότητα του Καλλιτέχνη αφενός ορίζει δυναμικά τον εαυτό της οριοθετώντας κάθε στιγμή το χώρο της Τέχνης, αφετέρου αποκλείει κάθε άλλη δημιουργική δυνατότητα αφού ο ορισμός της νοηματοδοτεί εξίσου τον μη-ορισμό της.

Ο διαχωρισμός των ανθρώπων σε καλλιτέχνες και μη δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με την επιπολαιότητα της σύγκρισης με άλλα δίπολα όπως, για παράδειγμα, αυτό του ηλεκτρολόγου ή μη. Κι αυτό γιατί, σε αντίθεση με την περίπτωση της γνωσιακής εξειδίκευσης που αποτελεί τη μοναδική προϋπόθεση για να είναι κανείς ηλεκτρολόγος, η δημιουργικότητα και η έμπνευση (ως προαπαιτούμενα της δημιουργίας) αποτελούν εγγενή χαρακτηριστικά του κάθε ατόμου. Η περαιτέρω γνωσιακή και τεχνική καλλιέργεια αυτών των χαρακτηριστικών (για παράδειγμα, η τεχνική προσέγγιση και εκμάθηση ενός οργάνου μουσικής), μπορεί να αποτελούν χρήσιμα εργαλεία για τη διοχέτευση της δημιουργικότητας αλλά δεν καθορίζουν το (αδιαμφισβήτητο) γεγονός της ύπαρξής της.

Στην πραγματικότητα, κάθε άνθρωπος έχει υπάρξει εμπνευστής μικρών ή μεγάλων στιγμών αυθεντικής δημιουργικής έκφρασης, οι οποίες έχουν περάσει απαρατήρητες τόσο από τις περίφρακτες αφηγήσεις περί Τέχνης, όσο και από τον ίδιο, στον βαθμό που έχει ενστερνιστεί την περιφρόνηση της Δημιουργίας από τη ρουτίνα ενός πληκτικού εικοσιτετραώρου.

Το ζήτημα που τίθεται δεν είναι τα περιθώρια του μη αποκλεισμού – αφού το Θέαμα και η Αστική Τέχνη προσβλέπουν στην ενσωμάτωση κάθε πτυχής της ανθρώπινης δραστηριότητας – αλλά το γεγονός ότι, ως είθισται, κάθε διαχωρισμός που αφορμάται από την κυρίαρχη ιδεολογία αποσκοπεί στην ιεράρχηση των προϊόντων αυτού του διαχωρισμού.

Την ίδια στιγμή που ο κόσμος της Αστικής Τέχνης γιγαντώνεται, η δημιουργικότητα, ως αναπόσπαστο στοιχείο της ζωής, συρρικνώνεται.

Η βιωμένη καθημερινότητα στερεύει από δημιουργικές στιγμές (αφού η Τέχνη είναι υπόθεση των «ταλαντούχων», των εχόντων τις κατάλληλες σπουδές, κ.λπ.) και εκπίπτει σε ένα καθεστώς μηχανικών λειτουργιών και επικοινωνίας που προσφέρουν όλο και λιγότερη συγκίνηση, όλο και περισσότερη μοναξιά. Ο χωροχρόνος της ανθρώπινης δραστηριότητας τίθεται στην υπηρεσία των κυρίαρχων συμβάσεων (δουλειά, οικογενειακές υποχρεώσεις, καταναλωτισμός, κ.α.), ενώ η επικοινωνία και η έκφραση, υπό το βάρος των καταναγκασμών, παραδίδονται στην ελαφρότητα των διαμεσολαβήσεων.

Από την άλλη, ο χώρος της Αστικής Τέχνης, αδιάκοπα εξαρτώμενος από την κυρίαρχη ιδεολογία, λειτουργεί ως άγρυπνος φρουρός της∙ είτε υπό τη μορφή της a priori χυδαίας ενίσχυσης των συστημικών χαρακτηριστικών της, είτε υπό εκείνη της διαρκούς απόπειρας ενσωμάτωσης των όποιων παρεκκλίσεων. Το «παράδοξο» φαινόμενο του να ανεβαίνουν έργα αντισυστημικού περιεχομένου σε μεγάλα αστικά θέατρα, κάθε άλλο παρά επιβεβαιώνει την ανοχή της Κυριαρχίας απέναντι στις ριζοσπαστικές ιδέες. Στην πραγματικότητα, η ενσωμάτωση αυτών των περιεχομένων έχει ως στόχο την αποδυνάμωση και, τελικά, αφομοίωσή τους, μέσα από την υπαγωγή τους σε ένα ασφυκτικό πλαίσιο ιδεολογικών και μορφικών όρων.

Οι απόπειρες επαναπροσδιορισμού αυτών των όρων, μέσω των περιστασιακά αναδυόμενων μορφών εναλλακτικής τέχνης, δεν μπορούν παρά να αντιμετωπίζουν τα αξεπέραστα ταυτοτικά όρια που τίθενται εν τη γενέσει τους: καθετί εναλλακτικό ορίζεται σε σχέση με κάτι κλασικό, κάτι κυρίαρχο. Η ύπαρξη του εναλλακτικού δεν σηματοδοτεί την αμφισβήτηση του κυρίαρχου∙ αντίθετα, η ύπαρξη του (καθ)ενός είναι αναγκαία για την επιβεβαίωση της ύπαρξης του άλλου μέσα από μια διαδικασία διαρκούς ετεροπροσδιορισμού. Κάθε τέτοια απόπειρα είναι καταδικασμένη να «κοιτάζει» αδιάλειπτα προς τα τοπία που συνθέτουν τα περιεχόμενα και οι μορφικές προσταγές της Αστικής Τέχνης∙ απλώς, τα κοιτάζει από διαφορετική οπτική γωνία.

Στην κατεύθυνση της ατομικής και κοινωνικής απελευθέρωσης, το διακύβευμα είναι η αμετακίνητη άρνηση κάθε αφηγήματος που κατακερματίζει την ανθρώπινη ύπαρξη, υποτάσσοντάς τη σε ιεραρχήσεις που καταστέλλουν, τελικά, την επιθυμία για ζωή. Σε αυτό το πλαίσιο, η Δημιουργία πρέπει να συνδεθεί με το σύνολο της ατομικής και κοινωνικής δραστηριότητας, κατασκευάζοντας ένα απελευθερωτικό πεδίο που θα διεμβολίσει τον κόσμο της Αλλοτρίωσης. Κάθε τέτοια σύνδεση, δεν μπορεί παρά να κουβαλάει μέσα της την καθολική αμφισβήτηση της Αστικής Τέχνης, ως εγγυήτριας μιας τεμαχισμένης ζωής.

Σε έναν ιδανικό κόσμο, η τέχνη θα ήταν περιττή. Η αναρρωτική, κατασταλτική θεραπεία που προσφέρει θα εκλιπαρούσε για ασθενείς⋅ η επαγγελματική εξειδίκευση που εμπεριέχεται στη δημιουργία της θα αποτελούσε ύβρι⋅ οι γενικότητες που αφορούν την εφαρμογή της θα θεωρούνταν προσβλητικές. Καλλιτέχνης τότε θα ήταν το κοινό, και τέχνη η ζωή του. [1]


[1] Γκλεν Γκουλντ, Προοπτικές τις Ηχογράφησης, 1966

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου